Ο θυρεοειδής αδένας είναι ένας πολύ σημαντικός, για τον οργανισμό,ενδοκρινής αδένας. Παράγει την Τριιωδοθυρονίνη (Τ3) και την Τετραιωδοθυρονίνη ή Θυροξίνη (Τ4) που ρυθμίζουν το μεταβολισμό όλων των ιστών του οργανισμού αλλά και την Καλσιτονίνη που επηρεάζει τα επίπεδα του ασβεστίου στο κυκλοφορούν αίμα.
Έτσι λοιπόν η μειωμένη λειτουργία του θα διαταράξει την ισορροπημένη λειτουργία κυττάρων, ιστών, οργάνων και συστημάτων του οργανισμού η οποία θα επανέλθει μετά από τη χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών.
Εάν η ορμονική διαταραχή είναι εμφανής από τον ορμονικό έλεγχο τότε η διάγνωση είναι εύκολη.
Τί γίνεται όμως εάν υπάρχει η συμπτωματολογία του Υποθυρεοειδισμού αλλά οι ορμόνες δεν είναι ή είναι ελάχιστα διαταραγμένες;
Τότε πρόκειται για τον ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΟ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟ, κατάσταση που μπορεί να μπερδέψει τους ασθενείς αλλά και τους Μή Ειδικούς Γιατρούς.
Έτσι συμπτώματα όπως:
- δυσκολία στην απώλεια βάρους
- δυσφαγία, δυσκαταποσία
- οιδήματα – κατακράτηση υγρών
- δυσκοιλιότητα, αίσθημα παλμών
- βραδυκαρδία, χαμηλή αρτηριακή πίεση
- σ. καρπιαίου σωλήνα, καταθληπτική συνδρομή
- άγχος, πανικός
- διαταραχές εμμήνου ρύσεως
- στυτική δυσλειτουργία
- διαταραχές σύλληψης – γονιμότητας
πρέπει να προβληματίσουν τον πάσχοντα αλλά και τον θεράποντα γιατρό και να κατευθύνουν προς αναζήτηση διάγνωσης από Ειδικό Ενδοκρινολόγο.
Η διάγνωση δε γίνεται ΠΟΤΕ από την τιμή μιας ή δύο ορμονών ΑΛΛΑ από το συνδυασμό εκτίμησης των ορμονικών αποτελεσμάτων με τον Ειδικό Υπερηχολογικό έλεγχο.
Έτσι λοιπόν δεν πρέπει να ξεχνάμε την ύπαρξη του ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΟΥ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΥ που είναι Κλινική Οντότητα, εύκολα μπορεί να διαλάθει και πρέπει να θεραπεύεται.