Η αρτηριακή υπέρταση που οφείλεται σε ενδοκρινικές διαταραχές σχετίζεται με την υπερβολική έκκριση ορμονών που επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση, όπως η αλδοστερόνη, η κορτιζόλη και οι κατεχολαμίνες. Παθήσεις όπως το φαιοχρωμοκύττωμα, ο πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός, το σύνδρομο Cushing, και διαταραχές του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών μπορεί αν είναι υπεύθυνες. Η διάγνωση απαιτεί λεπτομερείς ορμονικούς και απεικονιστικούς ελέγχους. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν σοβαρή υπέρταση, κεντρική παχυσαρκία, και κόπωση. Οι επιπλοκές είναι σημαντικές και μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακές, εγκεφαλικές και νεφρικές δυσλειτουργίες. Η θεραπεία εστιάζει στην αντιμετώπιση της υποκείμενης ενδοκρινικής αιτίας, μέσω χειρουργικής ή φαρμακευτικής παρέμβασης, με στόχο την πρόληψη των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Διαφορετικές Παθήσεις Ενδοκρινικής Υπέρτασης
Αρτηριακή Υπέρταση
Η ενδοκρινική υπέρταση προκαλείται από ενδοκρινικές νόσους που επηρεάζουν την έκκριση ορμονών που ρυθμίζουν την πίεση του αίματος. Οι κύριες ορμόνες που συμμετέχουν σε αυτήν τη διαδικασία είναι η αλδοστερόνη, η κορτιζόλη και οι κατεχολαμίνες.
Οι ενδοκρινικές παθήσεις που μπορούν να προκαλέσουν υπέρταση περιλαμβάνουν φαιοχρωμοκύττωμα, πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό, σύνδρομο Cushing, τυχαίωμα ή καρκίνο των επινεφριδίων, υποθυρεοειδισμό και υπερθυρεοειδισμό αλλά και διαταραχές μεταβολισμού του ασβεστίου.
Η διάγνωση γίνεται μέσω ορμονικών και απεικονιστικών εξετάσεων, απαιτώντας εξιδεικευμένη γνώση και εμπειρία. Τα συμπτώματα της ενδοκρινικής υπέρτασης περιλαμβάνουν σοβαρή υπέρταση, παροξυσμικές εξάρσεις πίεσης, κεντρική παχυσαρκία, κόπωση και άλλα.
Οι επιπλοκές της ενδοκρινικής υπέρτασης είναι σοβαρές και περιλαμβάνουν ηλεκτρολυτικές διαταραχές, υπερτροφία της καρδιάς, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και άλλα.
Η θεραπεία συνίσταται στην αντιμετώπιση της ενδοκρινικής νόσου που προκαλεί την υπέρταση, είτε με χειρουργική αφαίρεση ενδοκρινικών όγκων είτε με φαρμακευτική θεραπεία.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι σημαντική για την πρόληψη επιπλοκών και τη διατήρηση υψηλής ποιότητας ζωής.
Διαταραχές Αλδοστερόνης
Ο πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός είναι μια ενδοκρινική διαταραχή που προκαλείται από υπερέκκριση αλδοστερόνης, οδηγώντας σε υψηλή αρτηριακή πίεση. Αποτελεί περίπου το 10% των περιστατικών υπέρτασης.
Οι κύριες αιτίες του πρωτοπαθούς υπεραλδοστερονισμού περιλαμβάνουν αδένωμα των επινεφριδίων που υπερπαράγει αλδοστερόνη, ετερόπλευρη ή αμφοτερόπλευρη υπερπλασία των επινεφριδίων, οικογενή υπεραλδοστερονισμό και επινεφριδιακό ή μη επινεφριδιακό καρκίνο που εκκρίνει αλδοστερόνη.
Τα συμπτώματα και τα σημεία του πρωτοπαθούς υπεραλδοστερονισμού περιλαμβάνουν μυϊκές κράμπες, αδυναμία, κούραση, έντονη δίψα, συχνή διούρηση, πονοκέφαλους και υψηλή, δύσκολα ελέγξιμη υπέρταση.
Οι επιπλοκές του πρωτοπαθούς υπεραλδοστερονισμού μπορεί να περιλαμβάνουν αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμίες, έμφραγμα μυοκαρδίου, μυϊκή αδυναμία και νεφρική ανεπάρκεια.
Η διάγνωση γίνεται μέσω ιστορικού, φυσικής εξέτασης και ορμονολογικών εξετάσεων, ενώ η επιβεβαίωση απαιτεί εξειδικευμένες ενδοκρινολογικές δοκιμασίες και απεικονιστικές εξετάσεις.
Η θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο και μπορεί να περιλαμβάνει χειρουργική αφαίρεση του αδενώματος των επινεφριδίων ή φαρμακευτική αντιμετώπιση ανάλογα με τις συνοδευτικές παθήσεις και την προτίμηση του ασθενούς.